Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016

It's an ambush

Σήμερα έκανα μια διαπίστωση, που με άφησε άφωνη.  Είναι απίστευτο, πως τα καταφέρνω, να βιώνω καταστάσεις και συναισθήματα, εκεί που δεν τα περιμένω, χωρίς προειδοποίηση και χωρίς μια ένδειξη, να προηγηθεί, ότι κάτι δεν πάει καλά.  Απίστευτο και ... φοβιστερό, όπως έλεγε και ο Θ, όταν ήταν 4 χρόνων.

"Φοβιστερό" γιατί με κάνει να νοιώθω, ότι είμαι ουσιαστικά αντιμέτωπη με τον εαυτό μου.  Είναι στιγμές που αντιλαμβάνομαι ότι ο εαυτός μου είναι ένας ξένος στην ουσία, που δεν μπορώ να ξέρω πότε θα με αιφνιδιάσει και με τι.  Είναι σαν κάποιος τρίτος που του έχω επιβληθεί και του έχω επιβάλλει τα θέλω μου και τις αποφάσεις μου, αλλά αυτός, insubordinate & stubborn, κρατάει τις δικές του απόψεις και σηκώνει κεφάλι κάθε τόσο, για να μου θυμίσει, ότι ουσιαστικά ποτέ δεν υπέκυψε ούτε υποτάχθηκε στην θέληση μου, παρά τις περί του αντιθέτου ενδείξεις.

Σήμερα με αιφνιδίασε πάλι και δεν είναι η πρώτη φορά, που το κάνει αυτό.  Σηκώθηκα στις 6:50, ύστερα από ένα σύντομο ύπνο, για να βρω ένα μήνυμα που δεν πολυκατάλαβα τι έλεγε.  Κοίταξα έξω από το παράθυρο και είδα τον ήλιο ακόμα ψηλά και αναρωτήθηκα, πως μπορεί να πάει κάποιος για ύπνο στις 6:40, όταν μόλις έχει ξυπνήσει από έναν υπνάκο.  Αυτό έλεγε;  Δεν ήμουν σίγουρη, αλλά το bad luck στον τίτλο του μηνύματος, αυτό υποδείκνυε.

Στραβομουτσούνιασα και άφησα τον εαυτό μου να κάνει μερικές δυσοίωνες εικασίες, για το τι άλλο μπορεί, να σήμαινε το μήνυμα. Είναι το ίδιο "παιχνίδι", που έπαιζα παιδί, όταν φαντασιωνόμουν ότι η καρέκλα στο σκοτάδι είναι στην πραγματικότητα ο κακός ο λύκος, μέχρι ο φόβος να με αναγκάσει να δεχτώ, ότι δεν υπήρχε κακός λύκος και ότι η καρέκλα στο σκοτάδι ήταν απλά η καρέκλα στο σκοτάδι. Το ίδιο κάνω και τώρα. Όταν κάτι δεν πάει καλά, θα σκεφτώ όλων των ειδών τα άσχημα σενάρια και τις πιθανότητες, που έχει κάθε ένα από αυτά τα σενάρια, να είναι πραγματικότητα, στην θέση της "άλλης" πραγματικότητας, αυτής δηλαδή, που μου παρουσιάζει κάποιος. Βρέθηκα αντιμέτωπη με το ίδιο δίλημμα, η καρέκλα στο σκοτάδι, ήταν η καρέκλα στο σκοτάδι ή ο κακός λύκος, που κουρνιάζει και περιμένει, να κοιμηθώ; Έδιωξα όλα τα σενάρια από το μυαλό μου, άδειασα την σκέψη μου και κάθισα στο γραφείο μου, ήρεμη, με ένα φρέσκο φλυτζάνι καφέ, να σκεφτώ το υπόλοιπο της υπέροχης βραδιάς μου. Τότε ήταν που δέχτηκα τον αιφνιδιασμό.

Για πρώτη φορά, ύστερα από χρόνια, το ενδεχόμενο να περάσω το βράδυ συντροφιά με τις ιστοσελίδες μου και το internet, μου φάνηκε περισσότερο σαν απειλή, παρά σαν υπόσχεση.  Ένοιωσα να πνίγομαι κι όταν λέω πνίγομαι, το εννοώ.  Ένοιωσα δύσπνοια, ένοιωσα τα πνευμόνια μου, να μην υποστηρίζουν την αναπνευστική μου λειτουργία και όπως τα καρχαριοειδή, έπρεπε να κινηθώ, για να εισρεύσει αέρας μέσα.  Ένοιωσα μια ακατανίκητη έλξη, να φύγω, να βγω έξω, να πάω κάπου, να κάνω κάτι, οτιδήποτε, οπουδήποτε.  Ξαφνικά θυμήθηκα και με εκπληκτική διαύγεια, όλους αυτούς, που με πιέζουν, καθώς και τους κόσμιους τρόπους με τους οποίους το κάνουν αυτό.  Ήταν όλα τόσο ξεκάθαρα, που απορούσα, πως δεν το είχα δει αυτό νωρίτερα και πως είχα επιτρέψει να συμβεί κάτι τέτοιο, εγώ, ο αυτόκλητος συνήγορος των επί γης αδικημένων και καταπιεσμένων ψυχών, ο ... μπροστάρης σε κάθε προσπάθεια αποτίναξης των κάθε είδους ... ζυγών, χαλιναριών, λουριών και λοιπών δεσμών.  Ένοιωσα να βράζω και η προοπτική, να φτιάξω μερικές ακόμα ιστοσελίδες πραγματικά μου φάνηκε τόσο μα τόσο στερητική, από κάθε άποψη.

Το μυαλό μου και η σκέψη μου ήταν τόσο εκπληκτικά διαυγή, που μπορούσα να δω καθαρά τους τρόπους, που μετέρχονται οι άλλοι, κάτι που πριν δεν μπορούσα.  Είδα τον Ν να θυμώνει με το σκυλάκι, που ανέβαινε στα γόνατα του όταν έτρωγε την σαλάτα του και να απειλεί, ότι το σκυλί θα δεθεί.  Αυτό, κάτω από άλλες συνθήκες, θα περνούσε ως φυσιολογική αντίδραση ενός τσαντισμένου και δικαιολογημένου Ν.  Τώρα έβλεπα καθαρά, ότι ο στόχος του ήμουν εγώ και όχι το σκυλάκι.  Αυτό, που μου έλεγε ήταν: Κάνε κάτι και λύσε το πρόβλημα, γιατί δεν έχω όρεξη να το κάνω εγώ και για να σιγουρευτώ, ότι θα το κάνεις, σε απειλώ (σε εκβιάζω), ότι θα δέσω το σκυλάκι έξω και ξέρω, ότι αυτό δεν θα σου αρέσει.  Μου έλεγε, ότι I do και λατρεύω το ζωάκι και όλα τα παιχνίδια και τις χαριτωμενιές του και τις τουμπίτσες του, αλλά προσπαθώ, να σου δείξω, ότι είμαι ανίκανος να χειριστώ την διαπαιδαγώγηση του και προσπαθώ να σου φορτώσω την ευθύνη της, όπως σιγά σιγά και με παρόμοιες τακτικές, σου φόρτωσα και ένα σωρό άλλα πράγματα, που δεν μου αρέσει να κάνω και που τώρα τα κάνεις εσύ αδιαμαρτύρητα.

Είδα την Β να κλείνεται στο δωμάτιο με τον Παναγιώτη, σπρώχνοντας διακριτικά και με τρόπο την Lilith, που ζητούσε επίμονα το φαγητό της, νιαουρίζοντας ακατάσχετα έξω από την πόρτα του δωματίου.  Αυτό για μένα ήταν μια ευθεία ανάθεση ευθύνης: Τάισε την!  Είδα την προσέγγιση του Θ, που ανοργάνωτος, μια σκέτη καταστροφή με όρους συνέπειας και αποτελεσματικότητας, κατάφερε, να μου φορτώσει τα χίλια μύρια, κάνοντας απλά επίδειξη της αδυναμίας του.  Ώστε έτσι λοιπόν το κάνουν;  Πρώτα κερδίζουν την συμμετοχή και την συμπάθεια μου και μετά μου φορτώνουν, όσα μπορώ, να φορτωθώ και είναι αλήθεια πολλά αυτά.  Ή εναλλακτικά κάνουν επίδειξη της ανικανότητας τους, κάνοντας ουσιαστικά επίκληση στα ανώτερα αισθήματα μου.  If that is not abbusive!

Πήρα το αυτοκίνητο του Θ και πήγα μια βόλτα μέχρι την Εκάλη.  Γύρισα και κάθισα, να σου γράψω.  Αύριο είναι η "μεγάλη μέρα" κι εγώ αισθάνομαι πιο μόνη και πιο αδύναμη από ποτέ.  Τα απίστευτα αποθέματα ενέργειας που διαθέτω, έχουν πέσει ... απίστευτα χαμηλά.  Όμως αύριο πρέπει να λειτουργήσω και να αποδώσω τα μέγιστα.  Είναι το ίδιο συναίσθημα φόβου, που με κατέλαβε όταν πήγα να γεννήσω την Β.  Ήξερα ότι δεν ήθελα να το περάσω αυτό, όμως μπροστά μου ήταν ένας μονόδρομος, που δεν μπορούσα ούτε πίσω να κάνω, αλλά ούτε και να μείνω ακίνητη.  Έπρεπε να βγάλω την διαδρομή,  ΕΠΡΕΠΕ να κάνω, αυτό που είχα έρθει να κάνω στο μαιευτήριο, χωρίς περιθώρια για αμφιταλαντεύσεις και πισωγυρίσματα, που έτσι κι αλλιώς, δεν υπήρχαν.  Έτσι και τώρα, νοιώθω άδεια και φοβισμένη και χωρίς επιλογές άλλες, εκτός από το να προχωρήσω μπροστά.  Νοιώθω πιασμένη σε δόκανο και ο "άλλος" μέσα μου, αυτός που με αιφνιδιάζει κάθε τόσο, με κάνει να νοιώθω, ότι έχω πέσει σε κάποιου είδους ενέδρα, που δεν μπορώ να αποφύγω ούτε ν' αλλάξω διαδρομή και η μόνη διέξοδος περνάει μέσα από την ενέδρα, στις αίθουσες των δικαστηρίων αύριο.

Πεινάω και ταυτόχρονα αισθάνομαι απέχθεια για οτιδήποτε φαγώσιμο, εκτός ίσως από το νερό.  Σήμερα είναι η τέταρτη μέρα, που έχει περάσει με τόσο λίγο, όσο ένα μπωλ φυτικές ίνες με γάλα και δυο κομματάκια ντομάτα από το πιάτο με την χωριάτικη του Ν και αυτό πριν της επιτεθεί το σκυλάκι.  Ξέχασα και τα 2 φλυτζάνια καφέ.  Ίσως φταίει και αυτό.  Ίσως θα έπρεπε, να πιέσω τον εαυτό μου να φάει κάτι.  Μπορεί η έλλειψη τροφής να επηρεάζει και τον ψυχισμό μου, μαζί με το σώμα μου.  Ο Ν με βλέπει, που γράφω και νομίζει, ότι είναι ένα ακόμα τυπικό βράδυ, που περνάω δουλεύοντας.  Περνάει κάθε τόσο από το γραφείο μου και μου λέει ανέκδοτα ή μου τρίβει την πλάτη.   Γιατί σημαίνουν τόσο λίγα όλα αυτά;  Γιατί αισθάνομαι τόσο απελπιστικά παγιδευμένη και καθηλωμένη;  Γιατί η προοπτική της βραδιάς, παρέα με τις ιστοσελίδες μου, με αφήνει παγερά αδιάφορη;

Είναι 11:00 τώρα.  Μένει να υποθέσω, ότι το εννοούσες αυτό στο μήνυμα.  Bad luck, indeed.

[17.06.2010]